Κύριε
Κακαϊδή, αγαπητέ Νίκο, πότε ξεκίνησες στα Γιάννινα το αθλητικό ρεπορτάζ;
Ξεκίνησα στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ως
φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Οι πρώτες
δημοσιογραφικές εμπειρίες μου ήταν στην εφημερίδα «Ηπειρωτικός Αγών» των
Ιωαννίνων, όπου κάναμε αθλητική σελίδα με τον αείμνηστο Κώστα Κράβαρη και υπό
την καθοδήγηση του διευθυντή μας Λευτέρη Τζάλλα. Παράλληλα ήμουν ανταποκριτής
και στο «ΦΩΣ» καλύπτοντας όχι μόνο το ρεπορτάζ του ΠΑΣ αλλά και άλλα θέματα
όπως κωπηλασία, στίβο και το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο.
Δύσκολο
το έργο των αθλητικογράφων εκείνα τα χρόνια;
Δύσκολο οπωσδήποτε αλλά και εντυπωσιακό. Εμείς
δεν κάναμε κλικ στον υπολογιστή για να βρούμε ειδήσεις όπως σήμερα. Τρέχαμε
υποχρεωτικά στα γήπεδα και όπου υπήρχαν γεγονότα. Δεν μας έβρισκαν οι ειδήσεις,
εμείς τις κυνηγούσαμε. Μας στήριξε πολύ ο διευθυντής μας, ο Λευτέρης Τζάλλας.
Εξαιρετικός άνθρωπος, που γνώριζε καλά και την δημοσιογραφία. Μας έδωσε μια
ολόκληρη σελίδα για τα αθλητικά, κάτι που δεν είχαν τότε ούτε οι αθηναϊκές
εφημερίδες. Σε μένα και τον Κράβαρη έδωσε μια μηχανή με ασπρόμαυρο φιλμ και μας
έστελνε σε όλα τα ερασιτεχνικά γήπεδα για ρεπορτάζ. Εγώ πήγαινα και εκτός έδρας
με τον ΠΑΣ για να έχουμε θέματα. Είχαν μεγάλη απήχηση τα αθλητικά του
«Ηπειρωτικού Αγώνα» και βοήθησαν πολύ τον ΠΑΣ. Εγώ βοηθούσα και στα άλλα
ρεπορτάζ. Αργότερα ως αθλητικός ρεπόρτερ ξεκίνησε και ο Γιώργος Κυρούσης.
Με το
«ΦΩΣ» πως ήταν η συνεργασία;
Είχα επικοινωνία με τον Νίκο Ρατσιάτο.
Καθημερινά πήγαινα στον ΟΤΕ και έστελνα τις ανταποκρίσεις. Άλλες φορές γλίτωνα
αυτή την ταλαιπωρία, γιατί με έπαιρναν τηλέφωνο στον «Ηπειρωτικό Αγώνα». Επειδή
και ο Κράβαρης ήταν ανταποκριτής στην «Αθλητική Ηχώ», ο Λευτέρης Τζάλλας μας
έδωσε κλειδί από τα γραφεία της εφημερίδας, που ήταν κλειστά την Κυριακή γιατί
ο «Ηπειρωτικός Αγών» δεν είχε έκδοση για Δευτέρα και πηγαίναμε εκεί να δώσουμε τις
ανταποκρίσεις στην Αθήνα. Διαφορετικά, θα έπρεπε να περιμένουμε με τις ώρες στα
γραφεία του ΟΤΕ για να πιάσουμε γραμμή. Μόλις τελείωσα το Πανεπιστήμιο
Ιωαννίνων, πήγα να δουλέψω στην Αθήνα στο «Φως». Ο Νίκος Βελισσαράτος μου
πρότεινε να γράφω τα σπουδαστικά στην «Βραδυνή» που στεγαζόταν στο ίδιο κτίριο
της οδού Πειραιώς. Ξεκίνησα να γράφω στη «Βραδυνή», αλλά δεν συνέχισα για πολύ.
Διορίστηκα καθηγητής σε Γυμνάσιο των Αθηνών και έτσι άλλαξα επάγγελμα. Για
βιοποριστικούς λόγους δεν μπορούσα να συνεχίσω άλλο την δημοσιογραφία, αφού ήμουν
άμισθος συντάκτης. Όμως το μικρόβιο δεν έφυγε, έκανα ιστορικές έρευνες και
έγραψα αρκετά βιβλία Ιστορίας, λαογραφίας, ποίησης και άλλα.
Παρακολούθησες
από κοντά τα πρώτα βήματα του ΠΑΣ, οπότε μπορείς να μας πεις κάποια πράγματα
για το ξεκίνημα της ομάδας.
Έζησα από κοντά τα πρώτα χρόνια, όχι μόνο ως
αθλητικογράφος αλλά και ως μέλος του συνδέσμου φιλάθλων ΠΑΣ Γιάννινα. Είμαι από
τα ιδρυτικά μέλη, όπως ήταν και ο Τάκης Μουσαφίρης. Διάβασα το αφιέρωμα που
είχες στο «Φως» για τον Μουσαφίρη και αν θέλεις να σου πω μια ιστορία με τον
ύμνο που ξεκινήσαμε να βγάλουμε με τον Τάκη.
«Φανατικός οπαδός του ΠΑΣ ο Μουσαφίρης»
Να την
ακούσουμε ευχαρίστως.
Ο αείμνηστος Τάκης Μουσαφίρης ήταν οπαδός του
ΠΑΣ Γιάννινα και ιδρυτικό μέλος του συνδέσμου. Είχε ωρολογοποιείο στην οδό
Αβέρωφ. Παράλληλα ήταν και μουσικός. Δεν είχε κάνει το ξεπέταγμα με τις μεγάλες
επιτυχίες που έγραψε αργότερα. Πριν ακόμη κάνει τον ύμνο ο Αλέκος Κιτσάκης,
ξεκινήσαμε εμείς με τον Μουσαφίρη αυτή την προσπάθεια. Εγώ έγραψα τους στίχους
και ο Μουσαφίρης τη μουσική, με την βοήθεια της φιλαρμονικής του δήμου
Ιωαννιτών. Ήταν και ο Τάκης στην μπάντα της φιλαρμονικής. Ο ύμνος γράφτηκε σε
κασέτα, δεν έγινε δίσκος και στη συνέχεια χάθηκε. Μετά που βγήκε ο ιστορικός
ύμνος του Κιτσάκη, καλύφθηκε το κενό. Δεν είχαμε λόγο να ψαχτούμε για άλλον
ύμνο.
Πες μας
και άλλα για τον Τάκη Μουσαφίρη. Όταν έφυγε από τη ζωή κάναμε αφιέρωμα θέλαμε
την γνώμη σου, αλλά δεν μπορέσαμε να επικοινωνήσουμε.
Ήταν ένας ταλαντούχος μουσικός. Πηγαίναμε
φοιτητικές παρέες και τον ακούγαμε σε ένα κέντρο στα Γιάννινα, δεν ξέρω αν
υπάρχει τώρα, τα «καλαμάκια». Μπορεί να μην ήταν γνωστός στην Ελλάδα, όπως
έγινε μετά, αλλά έγραφε τραγούδια για το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που πάντα
έμπαιναν στην πρώτη δεκάδα. Μετά που πήγε στην Αθήνα έκανε τις μεγάλες
επιτυχίες με τον Μητροπάνο και άλλους μεγάλους τραγουδιστές.
Να επιστρέψουμε
στα του ΠΑΣ. Η απορία μου είναι: Πως κατάφεραν στα Γιάννινα και έκαναν
συγχώνευση, ενώ υπήρχαν μίση και πάθη πολλών δεκαετιών μεταξύ Ατρόμητου και
Αβέρωφ;
Οι Γιαννιώτες φίλαθλοι αγαπούν το ποδόσφαιρο
και τον τόπο τους. Και θα έλεγα ότι έχουν και κουλτούρα, γιατί ποτέ δεν
παρεκτράπηκαν και πάντα είχαν καλή συμπεριφορά. Σεβόταν και τους αντιπάλους.
Όπως έλεγε ο Καζαντζάκης, αν δεν υπάρχουν αντίπαλοι δεν υπάρχει και αγώνας. Προφανώς
αντιλήφθηκαν ότι με το να σφάζονται μεταξύ τους, να βγάζει ο ένας τα μάτια του
άλλου, δεν θα έβλεπαν ποτέ ομάδα στην Α’ Εθνική. Γι’ αυτό και δέχτηκαν την
συγχώνευση. Είδαν ότι με τη συνένωση των δυνάμεων, θα μπορούσε η νέα ομάδα να
γίνει ισχυρή και να ανεβεί στην μεγάλη κατηγορία, όπως έγινε το 1974. Στην
πορεία τα βρήκαν μεταξύ τους γιατί τους συνέδεε η αγάπη για το άθλημα. Εγώ
υποστήριζα τον Αβέρωφ πριν από το 1966, αλλά όταν έγινε η συγχώνευση και μετά
έγινα μέλος του συνδέσμου φιλάθλων, μαζί με άλλα μέλη που ήταν πριν φανατικοί
οπαδοί του Ατρόμητου. Μας ένωσε όλους ο ΠΑΣ Γιάννινα.
Πριν
έρθουν το 1972 οι παίκτες από την Αργεντινή, αγωνιστικά πως ήταν η ομάδα;
Ο ΠΑΣ στα πρώτα χρόνια είχε μόνο Γιαννιώτες
ποδοσφαιριστές από τις ομάδες που είχαν συγχωνευτεί. Οι ποδοσφαιριστές πολύ
γρήγορα ξεπέρασαν τις παλιές αντιπαλότητες που είχαν στα άγρια ντέρμπι Αβέρωφ
και Ατρόμητου και αφομοιώθηκαν με το πνεύμα της νέας ομάδας. Η πρώτη μεταγραφή
ήταν του Κυριάκου Χουρίδη από την Πρέβεζα. Στη συνέχεια ενισχύθηκε περισσότερο
καθώς επέστρεψε το 1970 και ο Σιόντης από τον Βύζαντα Μεγάρων. Ήταν μια καλή
ομάδα ο ΠΑΣ, με καλούς παίκτες, όπως οι Μανέγας, Παπακοσμάς, Τσουρλίδας, Σιόντης,
Οικονομίδης, Καραμανωλάκης, Μάντζιος, Μπέκας, Τζαμάκος, Τσιούρης, που έπαιρνε
βαθμούς στον πρώτο γύρο αλλά τα χαλούσε στο τέλος. Δεν κινδύνευε να υποβιβαστεί
από την Β’ Εθνική, αλλά δεν μπορούσε να διεκδικήσει και τον τίτλο που ήθελε ο
κόσμος. Ο κόσμος διψούσε για διακρίσεις, ήθελε να δει την ομάδα στην Α’ Εθνική.
Αφορμή ήταν ο Δανδέλης
Και μετά
ήρθαν οι παίκτες από την Αργεντινή. Επειδή κάλυπτες το ρεπορτάζ του ΠΑΣ, δώσε
μας επιπλέον στοιχεία για την υπόθεση αυτή. Πως έγινε αυτό το εγχείρημα;
Ότι έγινε οφείλεται στον Γκομεζ Ντε Φαρία.
Αυτός ήξερε καλά το λατινοαμερικάνικο ποδόσφαιρο, αφού ήταν προπονητής στην
Βενεζουέλα. Αυτός είχε τις γνωριμίες και άνοιξε τις πόρτες. Ήταν μεγάλη
επιτυχία της διοίκησης Τσουκανέλη που είχε πάρει τον Φαρία προπονητή το
καλοκαίρι του 1971. Ο Φαρία έκανε καλή ομάδα, με δεμένη άμυνα, αλλά μπροστά δεν
πήγαινε καλά. Είχε πρόβλημα στο γκολ. Ο προπονητής ζήτησε από την διοίκηση την
απόκτηση σέντερ φορ. Προσπάθησαν να πάρουν τον Δανδέλη, αλλά το κασέ ήταν
υψηλό, 250.000 δραχμές. Να προσθέσω ότι ο Δανδέλης υπηρετούσε παλιότερα
στρατιώτης στα Γιάννινα και τον έχασαν για 10.000 δραχμές. Ο Φαρία όταν άκουσε
αυτό το ποσό, του σηκώθηκαν οι τρίχες στο κεφάλι. Με τα λεφτά αυτά, τους είπε,
μπορεί να φέρει παίκτες από τη Λατινική Αμερική. Έτσι ξεκίνησε αυτή η ιστορία
με τους Αργεντινούς. Βρήκαν τον τρόπο και τους πέρασαν ως Έλληνες αφού τους
άλλαξαν εν μέρει και τα επώνυμα.
Δώσε μας
κάποια στιγμιότυπα από τις πρώτες ημέρες των παικτών από την Αργεντινή στα
Γιάννινα.
Πρώτα ήρθαν οι Παστερνάκης, Γκλασμάνης και μετά
ο Κοντογιωργάκης. Ξεκίνησαν αμέσως να παίζουν, αφού κατάφερε ο Τσουκανέλης να
τους βγάλει δελτία στην Αθήνα. Ήταν οι πρώτοι λατινοαμερικάνοι παίκτες που
ήρθαν στην Ελλάδα. Λογικό είναι να μας τρώει όλους η περιέργεια. Άνθρωποι του
Θεού ήταν και αυτοί, αλλά θέλαμε να δούμε πως παίζουν. Τότε δεν υπήρχαν
τηλεοπτικές μεταδόσεις και δορυφορικά κανάλια. Πρώτη φορά είδαμε ένα άλλο στιλ
ποδοσφαίρου. Το καλοκαίρι του 1972 είχαν προστεθεί και οι Μοντέζ, Αλβαρέζ,
Λίσα. Η μισή εθνική Αργεντινής. Ήταν τεχνίτες, ήξεραν μπάλα, τακτική, ήταν πολύ
πιο μπροστά από τους δικούς μας παίκτες. Ο κόσμος δεν χόρταινε να τους βλέπει,
γέμιζε το γήπεδο και στις προπονήσεις. Επίσης έπαιζαν με πολύ πάθος. Θυμάμαι σε
ένα ματς, που ο Φαρία ήταν προπονητής στην αντίπαλη ομάδα, ο Μοντέζ έβαλε γκολ
και στη συνέχεια πήρε τη μπάλα και πήγε στον πάγκο πανηγυρίζοντας προκλητικά
μπροστά από τον Φαρία. Δίπλα στους Αργεντινούς έμαθαν πολλά πράγματα και οι
δικοί μας παίκτες. Από τους Αργεντινούς ο ΠΑΣ έγινε μεγάλη ομάδα και το 1974
ανέβηκε στην Α’ Εθνική για να μεσουρανήσει επί μια δεκαετία στη μεγάλη
κατηγορία.
Τους
αγκάλιασε ο κόσμος;
Τους είχε για Θεούς. Κυκλοφορούσαν στους
δρόμους και τους αγκάλιαζε ο κόσμος. Στην αρχή είχαν αντιμετωπίσει δυσκολίες με
τα ξηρά γήπεδα, ειδικά ο Κοντογιωργάκης. Κάποια στιγμή, είχε βγει μια φήμη στα
Γιάννινα, ότι τάχα πίσω από αυτούς τους παίκτες κρύβονται οι μεγάλες ομάδες.
Ότι ο Παστερνάκης θα πήγαινε το καλοκαίρι του 1972 στον Παναθηναϊκό και οι
Κοντογιωργάκης, Γκλασμάνης στην ΑΕΚ. Ο κόσμος δεν πίστευε στην αρχή ότι θα
μπορούσε από μόνος του ο ΠΑΣ να φέρει αυτούς τους παίκτες. Υπήρχε μια
δυσπιστία. Μετά που ήρθαν οι άλλοι τρεις, Μοντέζ, Λίσα, Αλβαρέζ, κατάλαβαν ότι
οι παίκτες ήρθαν για να μείνουν στα Γιάννινα και δεν τους έφεραν μέσω του ΠΑΣ
οι μεγάλες ομάδες.
Πρόσωπο κλειδί ήταν ο Φαρία
Το
παράδειγμα του ΠΑΣ το ακολούθησαν και οι μεγάλες ομάδες, Ολυμπιακός,
Παναθηναϊκός, ΑΕΚ, αλλά δεν είχαν τόσο καλές επιλογές.
Όταν έφερε ο Ολυμπιακός επί Γουλανδρή τους
Πολέτι και Άλτσιμπαρ εγώ ρώτησα τον Φαρία για την αξία των παικτών. Για τον
Πολέτι μου είπε ότι είχε πρόβλημα τραυματισμού. Έδωσα την δήλωση Φαρία στο
«Φως» και δημοσιεύτηκε στην πρώτη σελίδα.
Χωρίς
τους Αργεντινούς παίκτες, θα μπορούσε ο ΠΑΣ να έχει μια ανάλογη πορεία απ’ αυτή
που έκανε;
Αυτό δεν το ξέρω. Αυτό που μπορώ να πω με
βεβαιότητα, καθώς έζησα τα γεγονότα, είναι ότι οι παίκτες από την Αργεντινή
άλλαξαν εντελώς στο σκηνικό του ΠΑΣ Γιάννινα, έφεραν έναν άλλον αέρα στο
ελληνικό ποδόσφαιρο. Μαζί με τους Έλληνες παίκτες έκαναν μια μεγάλη ομάδα που
έγραψε χρυσές σελίδες Ιστορίας. Το πρόσωπο κλειδί σε αυτή την ιστορία είναι ο
Φαρία. Χωρίς αυτόν δεν θα μπορούσε να γίνει τίποτα. Δεν ξέρω και αν τον τίμησε
ποτέ ο ΠΑΣ Γιάννινα. Δεν είχε καμία σχέση με τους προηγούμενους προπονητές. Ο
Φαρία είχε γυναίκα Ελληνίδα. Όταν έφεραν τον Ρότσα στην Ελλάδα, το επώνυμο
Μπουμπλής που του έδωσαν ήταν το γένος της γυναίκας του Φαρία.
Παρακολουθείς
τον σημερινό ΠΑΣ Γιάννινα;
Ναι τον παρακολουθώ από την Αθήνα, όχι από
κοντά. Αυτή η ομάδα έχει κάτι το ξεχωριστό, την ανυπόκριτη αγάπη των φιλάθλων
της. Πάντα ο ΠΑΣ θα είναι επικερδής ομάδα. Μπορεί να ανεβάσει τις προσδοκίες
πιο πάνω από τον στόχο της παραμονής.
Να
αφήσουμε τον ΠΑΣ, μας είπες ενδιαφέροντα πράγματα, ορισμένα για πρώτη φορά.
Μίλησέ μας για το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Πως ήταν τα πρώτα χρόνια λειτουργίας
του;
Όταν έγινα φοιτητής της Φιλοσοφικής σχολής,
ήταν τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του Πανεπιστημίου. Είχα σπουδαίους καθηγητές,
όπως τον Σωτήρη Δάκαρη που προσέφερε πολλά στον τομέα της αρχαιολογίας και τις
ανασκαφές σε μέρη της Ηπείρου. Είχα τον Δημήτρη Λουκάτο που με έστρεψε να
μελετήσω τον λαϊκό πολιτισμό της περιοχής μας και να βρω στοιχεία για τον
Ιωάννη Δομπόλη, πρώτο υπουργό των Οικονομικών του Ιωάννη Καποδίστρια. Από τον
Δομπόλη έγινε και το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αυτός έβαλε τα χρήματα
και έδωσε το όνομα του Καποδίστρια που ήταν φίλος του.
Στην Αθήνα ζουν 500.000 Ηπειρώτες
Επειδή
υπήρξες και μέλος της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας, πόσοι είναι οι Ηπειρώτες που
διαμένουν στην Αθήνα; Έγινε καμία καταγραφή;
Πρέπει να είμαστε γύρω στους πεντακόσιες
χιλιάδες άτομα οι Ηπειρώτες της Αθήνας. Είναι πάνω από εκατό τα σωματεία και οι
σύλλογοι των Ηπειρωτών. Δεν υπάρχει περιοχή να μην υπάρχει σύλλογος ή
αδελφότητα Ηπειρωτών. Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία έχει σκοπό να συσπειρώσει τους
Ηπειρώτες, να διατηρήσει την παράδοση και τον πολιτισμό. Επειδή γιορτάζουμε και
τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, να πω με την ευκαιρία, ότι είχαν
μεγάλη συμβολή στον αγώνα οι Ηπειρώτες. Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο Αθανάσιος
Τσακάλωφ από τα Γιάννινα. Οι αδελφοί Ζωσιμά, οι Ζωσιμάδες που λέμε και προς
τιμή τους ονομάστηκε το στάδιο Ιωαννίνων, χρηματοδότησαν την έκδοση όλων των
βιβλίων του Αδαμάντιου Κοραή. Χωρίς τους Ζωσιμάδες δεν θα υπήρχε διαφωτισμός. Ο
Ριζάρης, ο Σταύρου που ίδρυσε και την Εθνική Τράπεζα ήταν μέλη της Φιλικής
Εταιρίας. Θα μπορούσα να πω και δεκάδες άλλα ονόματα. Μεγάλο κεφάλαιο είναι και
οι Ευεργέτες. Όπου και να πας στην Αθήνα, θα δεις και ένα έργο τους. Το
Καλλιμάρμαρο στάδιο έγινε από τον Γεώργιο Αβέρωφ. Αυτός δώρισε και το θωρηκτό
«Αβέρωφ» που διπλασίασε την έκταση της Ελλάδας στους Βαλκανικούς πολέμους. Το
Ζάππειο, η Ακαδημία του Σίνα, το Μετσόβιο Πολυτεχνείο και άλλα πολλά είναι έργα
Ηπειρωτών.