Με την προσφυγή του ο ΠΑΣ πάει τα ταράξει τα λιμνάζοντα νερά στην Ομοσπονδία
ΠΗΓΗ: ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝ
Επειδή το θέμα με την μη αδειοδότηση της ΠΑΕ ΠΑΣ
Γιάννινα τα τελευταία χρόνια είναι σοβαρό και απασχόλησε πάρα πολύ την κοινή
γνώμη, θα σταθούμε σήμερα στις τελευταίες εξελίξεις και στην προσφυγή που
κατέθεσε η Ηπειρωτική ΠΑΕ στο Τακτικό Διαιτητικό Δικαστήριο της ΕΠΟ.
Χτες στο
ρεπορτάζ της ημέρας δεν υπήρχε ο ανάλογος χώρος για να παρουσιάσουμε τα
επιχειρήματα της ΠΑΕ ΠΑΣ Γιάννινα που προσέφυγε σ’ αυτό το ένδικο μέσο μη τυχόν
και υπάρξει δικαίωση ώστε να μη έχει περιορισμό στις μεταγραφές.
Η προσφυγή προς
το Διαιτητικό Δικαστήριο της ΕΠΟ αποσκοπεί στο να ελεγχθεί η νομιμότητα της
απόφασης της δευτεροβάθμιας επιτροπής αδειοδοτήσεων της ΕΠΟ που απέρριψε την
έφεση της ΠΑΕ επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση. Όπως είναι γνωστό ο ΠΑΣ δεν
αδειοδοτήθηκε για τη νέα σαιζόν με συνέπεια να έχει περιορισμό μεταγραφών (μόνο
2 ανανεώσεις και 3 μεταγραφές άνω των 24 ετών, οι παίκτες κάτω των 24 ετών
πρέπει να είναι έλληνες, ενώ υπάρχει και μείωση του τηλεοπτικού συμβολαίου κατά
20%).
Στην προσφυγή που υπέβαλε η ΠΑΕ επικεντρώνει κυρίως τους νομικούς της
ισχυρισμούς στο ότι στην κατ’ έφεση εκδίκαση της υπόθεσης δεν ελήφθησαν υπόψη
τα μεταγενέστερα στοιχεία που κατέθεσε η ΠΑΕ κυρίως η ρύθμιση των χρεών (4,5
εκ. ευρώ) στο Δημόσιο και οι εξοφλητικές αποδείξεις για χρέη σε ποδοσφαιριστές.
Ακόμα ζητά να γίνουν δεκτοί οι οψιγενείς ισχυρισμοί (στοιχεία που προέκυψαν
μετά την πρώτη εκδίκαση της υπόθεσης) της ΠΑΕ ΠΑΣ Γιάννινα, να θεωρηθεί ότι η
31η Μαρτίου 2015 είναι ημερομηνία ενδεικτική και όχι καταληκτική για
την υποβολή εγγράφων εξοφλήσεως και επίσης να θεωρηθεί ότι η 30η
Ιουνίου 2015 είναι η καταληκτική ημερομηνία για τη ρύθμιση κάθε οφειλής της ΠΑΕ
προς εργαζόμενους, φορολογικές αρχές και ασφαλιστικούς φορείς. Επίσης σημειώνει
οι ρυθμισμένες δόσεις στην εφορία δεν μπορούν να θεωρούνται ληξιπρόθεσμες. Ακόμα
υποβάλλονται και άλλα αιτήματα που αναλυτικά αναπτύσσονται στο σώμα της
προσφυγής.
Ζητείται από το Τακτικό Δικαστήριο της ΕΠΟ να κάνει δεκτούς τους
ισχυρισμούς της ΠΑΕ ΠΑΣ Γιάννινα και να παραπέμψει την υπόθεση για να
εκδικαστεί εν νέου στην Επιτροπή Εφέσεων Αδειοδότησης Ομάδων της ΕΠΟ αλλά με
άλλη σύνθεση απ’ αυτή που απέρριψε την έφεση. Να σημειώσουμε ότι ο υπεύθυνος
αδειοδοτήσεων της ΕΠΟ Γιώργος Δημητρίου σε συνέντευξή του όταν είχε προκύψει το
θέμα με τις άδειες των ομάδων, είχε τονίσει ότι ο ΠΑΣ μπορεί να προσφύγει μόνο
στο διεθνές αθλητικό δικαστήριο CAS
για να ακυρώσει την απόφαση της επιτροπής εφέσεων. Προφανώς οι δικηγόροι της
ΠΑΕ το έψαξαν νομικά το θέμα και για να γίνει αυτή η προσφυγή εκτίμησαν ότι η
ΠΑΕ ΠΑΣ Γιάννινα έχει αυτό το δικαίωμα προσφυγής στο Διαιτητικό Δικαστήριο που
δύναται να επαναπέμψει την υπόθεση στην επιτροπή εφέσεων για νέα συζήτηση
ασφαλώς με άλλη σύνθεση καθώς αυτό απαιτεί και η δικονομία.
Το ποιος έχει
δίκαιο θα φανεί όταν πάει η υπόθεση για συζήτηση στο Διαιτητικό Δικαστήριο και
εκεί θα κριθεί αν αυτό το δικαιοδοτικό όργανο έχει τέτοια αρμοδιότητα ή όχι. Αν
δεν έχει αρμοδιότητα θα απορρίψει την προσφυγή ως απαράδεκτη πριν μπει στην
ουσία. Αν δεχτεί ότι έχει αρμοδιότητα τότε θα εξετάσει όλους τους ισχυρισμούς
του ΠΑΣ Γιάννινα. Τώρα το τι θα καταφέρει με την προσφυγή αυτή ο ΠΑΣ είναι
άγνωστο.
Στα δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου δεν μπορεί εύκολα να βγει άκρη
καθώς υπήρξαν και αντιφατικές αποφάσεις. Αν δούμε την πρακτική που υπήρξε τα
προηγούμενα χρόνια, για θέματα αδειοδοτήσεων ίσως είναι η πρώτη φορά που
προσφεύγει μια ΠΑΕ στο Τακτικό Διαιτητικό Δικαστήριο της ΕΠΟ (ο χαρακτηρισμός
«Δικαστήριο» είναι προσχηματικός και δεν έχει σχέση με την τακτική δικαιοσύνη
της Πολιτείας αλλά με όργανα της Ομοσπονδίας που δεν συμμετέχουν δικαστές). Και
η απόφαση του Τακτικού Διαιτητικού Δικαστηρίου θα αποτελέσει ένα είδος
δεδικασμένου και νομολογίας.
Την προηγούμενη φορά, το 2013, η ΠΑΕ για το ίδιο
θέμα της μη αδειοδότησής της είχε προσφύγει στο διεθνές αθλητικό δικαστήριο CAS και όχι στο Τακτικό
Δικαστήριο της ΕΠΟ, αλλά τώρα εκτιμήθηκε ότι πρέπει να γίνει στο Τακτικό
Δικαστήριο η προσφυγή. Έτσι όπως παρουσιάζει τα πράγματα ο ΠΑΣ έχει δίκαιο σε
πολλά πράγματα. Είναι αδιανόητο στη μνημονιακή Ελλάδα της ύφεσης και της
μεγάλης κρίσης η εξόφληση και ρύθμιση χρεών με λίγες μέρες καθυστέρηση να
θεωρείται «έγκλημα» και να μη αδειοδοτείται μια ΠΑΕ που εκπροσωπεί την
περιφέρεια της Ηπείρου και να αδειοδοτούνται ως βιώσιμες ομάδες που παίζουν με
άδεια γήπεδα και αν αποχωρήσουν οι μεγαλομέτοχοί των θα βρεθούν στο κενό με
ελευθέρα πτώση.
Taxis που γινόταν ηλεκτρονικά οι
αιτήσεις άνοιξε και λειτούργησε από 22 Απριλίου 2014 και μετά. Γι’ αυτό η ΠΑΕ
στην πρωτοβάθμια επιτροπή λόγω έλλειψης ενημερότητας για τον παραπάνω λόγο
φέρονταν να έχει χρέος 4.500.000 ευρώ.
Ας δούμε εκτενέστερα αλλά συμπυκνωμένα και επεξηγητικά το τι θέλει με την
προσφυγή του αυτή ο ΠΑΣ Γιάννινα. Στο δικόγραφο της προσφυγής η ΠΑΕ επισημαίνει
ότι η προθεσμία για την υποβολή φορολογικών ενημεροτήτων ήταν 31 Μαρτίου 2015
που παρατάθηκε από την ΕΠΟ μέχρι 10 Απριλίου 2015. Η ΠΑΕ στο διάστημα αυτό
προσπάθησε να είναι εμπρόθεσμη και να μπει στο καθεστώς ρύθμισης των 100
δόσεων, αλλά στάθηκε αδύνατο, καθώς το σύστημα
Στην δευτεροβάθμια επιτροπή δεν λήφθηκε
υπόψη η ρύθμιση και αυτό δεν είναι σύννομο. Τονίζεται επίσης ότι η
δευτεροβάθμιος επιτροπή «αρνήθηκε να λάβει υπόψιν της τους δικούς μας οψιγενείς
ισχυρισμούς περί της ρύθμισης της οφειλής μας προς το Δημόσιο αλλά και περί
μιας και μόνο οφειλής σε ένα και μόνο τέως ποδοσφαιριστή μας. Η οφειλή δε αυτή
ήταν, όχι κάποιο υπόλοιπο, αλλά εκ λάθους ημών μη καταβολή τόκων στην
παρελθούσα σε αυτόν οφειλή μας». Και σε στη συνέχεια τονίζεται αναφερόμενη στην
απόφαση της επιτροπής εφέσεων: «Κατά περίεργο όμως λόγο, δεν έπραξε το ίδιο στην
περίπτωση των λοιπών ομάδων που επίσης άσκησαν έφεση κατά των πρωτόδικων αρνητικών
για την αδειοδότησή των αποφάσεων. Παρά ταύτα η εταιρία μας ήταν η μοναδική εκ
των εκκαλουσών εταιριών, των οποίων οι
οψιγενείς ισχυρισμοί απερρίφθησαν, ενώ αναμφιβόλως δεν συνέβη το ίδιο και με
τις άλλες ομάδες».
Στη συνέχεια παρατίθενται σειρά από νομικοί
ισχυρισμοί και νομολογίες με επίκληση στο άρθρο 527 του Κώδικα Πολιτικής
Δικονομίας που κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η προβολή στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο
ισχυρισμών που γεννήθηκαν μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο
δικαστήριο. Και η ρύθμιση των χρεών προς το Δημόσιο ύψους 4.500.000 ευρώ έγινε
μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στην πρωτοβάθμιο επιτροπή αδειοδοτήσεων όπου εκεί
πράγματι ο ΠΑΣ δεν είχε φορολογική ενημερότητα. Για την τεκμηρίωση αυτών των
νομικών ισχυρισμών γίνεται επίκληση και η υπ’ αριθμό 1566/2014 απόφαση του
Συμβουλίου της Επικρατείας.
Στη συνέχεια της προσφυγής αναφέρεται ότι η
επιτροπή εφέσεων επιλεκτικά έκανε δεκτούς μεταγενέστερους ισχυρισμούς της ΠΑΣ,
όπως για χρέη σε παίκτες κλπ. Στην πρωτόδικη απόφαση γίνεται αναφορά για μη προσκόμιση
πιστοποιητικού οφειλής της 31-12-2014 για τους Ίλιτς (ποσό 81.440 ευρώ), Ντάσιο
(8.940 ευρώ), Τσουκαλά (30.440 ευρώ), Χαρίση 600 ευρώ) αλλά στην απόφαση της
επιτροπής εφέσεων δεν γίνεται καν αναφορά για τις περιπτώσεις αυτές, πράγμα που
σημαίνει ότι στην έφεση έγιναν δεκτά τα έγγραφα και οι εξοφλητικές αποδείξεις
για τους παίκτες αυτούς που προσκομίστηκαν μετά την εκδίκαση στην πρωτοβάθμια
επιτροπή και η επιτροπή εφέσεων δέχτηκε ότι η ΠΑΕ εξόφλησε αυτά τα ποσά.
Διαφορά με τις καταληκτικές ημερομηνίες
Ακόμα σε άλλο σημείο της προσφυγής αναφέρεται ότι
η επιτροπή εφέσεων λανθασμένα θεωρεί ότι καταληκτική ημερομηνία για την
εξόφληση οφειλών σε αλλοδαπούς παίκτες (Μπουχάν, Μπουζίντ, Σενόνε, Ζαμπρέλα)
και στον προπονητή Ντεμόλ ήταν η 31η Δεκεμβρίου 2014 και όχι η 31η
Μαρτίου 2015 που ήταν η αρχική προθεσμία για την υποβολή των φακέλων με τις
εξοφλητικές αποδείξεις. Αναφέρεται ότι τον Μάρτιο 2015 όλοι αυτοί είχαν
εξοφληθεί ολοσχερώς από την ΠΑΕ ΠΑΣ Γιάννινα, αλλά η επιτροπή θεώρησε ότι η
εξόφληση έπρεπε να γίνει μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2014 και έτσι στην απόφαση της δευτεροβάθμιας
επιτροπής ο ΠΑΣ φέρεται να οφείλει χρήματα στους παραπάνω παίκτες και
προπονητή, ενώ στην πραγματικότητα δεν τους όφειλε, καθώς προσκομίστηκαν οι
εξοφλητικές αποδείξεις. Και επιπλέον αναφέρεται ότι βάσει του άρθρου 66 του
κανονισμού αδειοδότησης μέχρι στις 30 Ιουνίου του έτους που αρχίζουν οι
υποχρεώσεις στην ΟΥΕΦΑ δύναται η κάθε ΠΑΕ να αποδείξει ότι δεν έχει
ληξιπρόθεσμες οφειλές έναντι των υπαλλήλων της σε φορολογικές αρχές και σε
ασφαλιστικούς φορείς.
Το πλάνο βιωσιμότητας
Όσο για το λεγόμενο πλάνο βιωσιμότητας, στην
προσφυγή του ΠΑΣ αναφέρεται ότι η επιτροπή έλαβε υπόψη την οικονομική κατάσταση
της εταιρίας στις 31-12-2014 όπου με το δυσβάστακτο χρέος στο Δημόσιο των 4,5
εκατομμυρίων ευρώ προέκυπτε ότι η
εταιρία είχε βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις που ξεπερνούσαν τα κυκλοφορούντα
περιουσιακά στοιχεία της εταιρίας. Όπως, επισημαίνεται, η ρύθμιση της οφειλής
προς το Δημόσιο έγινε λόγω δυσχερειών του συστήματος TAXIS και θα
έπρεπε να ληφθεί υπόψη η χρηματοοικονομική κατάσταση της εταιρίας μεταγενέστερα
και οι υποχρεώσεις να θεωρηθούν ληξιπρόθεσμες στις 31 Μαρτίου 2015.
Και ακόμα
τονίζεται ότι το χρέος στην εφορία από τη στιγμή που ρυθμίστηκε στις 100 δόσεις
παύει να ανάγεται στις βραχυπρόσθεσμες οφειλές της ΠΑΕ. «Κατά δεύτερο παράλογο
και ανεξήγητο λόγο, τονίζεται στην προσφυγή, ενώ κατά την εκδίκαση της
υποθέσεως ΟΥΔΕΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΗ ΟΦΕΙΛΗ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ, εντούτοις οφειλές
ρυθμισμένες για καταβολή σε οκτώ χρόνια
και τέσσερις μήνες από την εκδίκαση, θεωρούνται βραχυπρόθεσμες από την
επιτροπή. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα, ενώ κατά την εκδίκαση να μη υπάρξει ΟΥΔΕΜΙΑ
ληξιπρόθεσμη και απαιτητή οφειλή, εντούτοις ΜΟΝΟ στην περίπτωση της εταιρίας
μας να οδηγείται η επιτροπή σε απολύτως παράλογο συμπέρασμα περί βραχυπρόθεσμων
οφειλών και έλλειψη βιωσιμότητος. Τούτο έχει ως συνακόλουθο αποτέλεσμα να
θεωρείται η εταιρεία μας από την επιτροπή ως μη βιώσιμη, ενώ οφείλει ουδέν και
ενώ τα προσδοκώμενα έσοδα για το έτος 2015-2016 να δημιουργούνε και
προσδοκώμενα κέρδη τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ».
Τέλος αναφέρεται ότι η ΠΑΕ ΠΑΣ Γιάννινα υπόκειται
σε ελέγχους από το Υπουργείο Ανάπτυξης και από άλλους φορείς της Πολιτείας κατ’
εφαρμογή των νόμων του κράτους, κρινόμενη ως βιώσιμη γι’ αυτό και έχει άδεια
λειτουργίας. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί μια επιτροπή αδειοδότησης να
υποκαθιστά το κράτος και να εκτιμά ότι η εταιρία δεν έχει πλάνο βιωσιμότητας.